ελάτε να αγροικήσετε μιαν λύπην τερτιασμένην.
Ν' ακούσετε τα θάυματα του Αγίου Γεωργίου
που έρκετε η μέρα του κοστρείς του απριλίου.
Δράκοντας εκατοίκησε εδώ μακρά στο πλάτος
τζιαί δεφ φήνει ψουμίν νερόν στη χώρα για να πάει.
Ούλοι ετάξαν του λοιπόν ποναν παιδί να φάει.
Αλλοι είχαν έξι τζιαί οχτώ τζιαί πέψαν του ούλλοι πόναν
τζι 'ρτεν γυρίν τ΄αφέντη μας του μέγα βασιλέα.
Πόσσω του τζιαί πόξω του μιαν κόρη που τη είσχεν
τζ' είσχεν να την παντρέψει,
θέλοντας τζιαί μή θέλοντας του δράκου να την πέψει.
Εξέβηκεν η μάνα της για να την πολογιάσει
Που σουν τείων γρονών τζιαί πάενες τεσσάρων
νίεν σε πέψω κόρη μου κανίσχιειν είς το χάρον,
παρά τζιαί πέμπω σε τορά κανίσχιειν είς το Δράκον.
Μεν κλαίεις μάνα μεν κλαίεις ετσ΄ ήταν το γραφτό μου
μεσ' την τζιλιά του Δράκοντα να κάμω το χαφκιόν μου.
Πιάνει τζίνο το στρατιν τζίνο το μονοπάτι
το μονοπάτιν φκάλει την σου δράκου το πηγάδι.
Έτσι σαν το εσκ'εφτετουν σαν το εσυλλοάτουν
υρέθηκεν ο Άγιος στα αππάριν καβαλάρης,
που του η σέλλα του γρουσί τζιαί με το χαλινάριν.
Τζιαί γειά σου - γειά σου λυγερι, είντα μπουν η γουλειά σου
στου δράκου το πηγάδι;
Δράκοντας εκατοίκησε εδώ μακρά στο πλάτος
τζιαί δεφ φήνει ψουμίν νερόν στη χώρα για να πάει.
τζι 'ρτεν γυρίν τ΄αφέντη μου του μέγα βασιλέα.
Πόσσω του τζιαί πόξω του μιαν κόρη που τη είσχεν
τζ' είσχεν να την παντρέψει.
Ρέξε να φής αφέντη μου τζιαί εν κρίμαν ο αυτός σου
είσ την τζοιλιάν του δράκοντα να ένει το χαφκιόν σου.
Τράβα το κόρη τράβα το τ' αππάριν να ποδρώση
τζι άνταν να δείς το δράκοντα εμένα κάμε γνώση.
Έπεσεν ο Άγιος τζιαί ποτζοιμήχηκεν
Νάσου τζιαί ο δράκοντας τζι ανέφανεν.
Κάλως μου ρτεν το μπούκομα κάλως μου ρτεν το γιόμαν,
τζ' ιτσάς κατα τα λιοβούττηματα τρώω τζιαί τ΄ αλογων τους.
Σαν το χωρεί τζιαί νέφανεν εφώναξεν τ' Αγίου.
Σήκω να πάς Αφέντη μου τζι εν κρίμαν ο αυτός σου
είσ την τζοιλιάν του δράκοντα να ένει το χαφκιόν σου.
Μπύκομαν τρώεις χαντζιαρκάν το μεσομέριν ίην
τζ' ιτσά τα λιοβουττήματα καμνο σε μάυρον φίδιν.
Μίαχ χανζαρκά του έδωκεν τζ' η χώρα πήεν τζ' ήρτεν
τζιαί το σκαμνίν του βασιλιά εσούστην τζιαί λυγίστην.
Τράβα τον κόρη τράβα τον να πάμεν με την ώραν
Μα γιώ τουτον φοούμε τον γιατι είνε μάυρον σώμα.
Τράβα τον κόρη τράβα τον να πάμεν με την ώραν
Όσον τζιαί κοντοφτάσασιν στη χώρα τους να μπούσιν
μιαν μουγκαρκάν εν πόβαλε τζ΄η χώρα αναυρίστην.
Στραβοί ΄τουν αμπλέψασιν κουτσοί τζιαί περπατούσαν
γέροντες εκατών γρονών ισιώσαν τζιαί εβουρούσαν.
Ανέφανεν η μάνα της σιλλουροκοπημένη
τζιαί πάνω της εφένετουν λύπη ζωγραφισμένη.
Ανέφανεν ο τζίρης της σιλλουροκοπημένος
αχτένιστος τζ' αβρούλιστος ήταν ο κα'ι'μένος.
Τέθκιο καλό ποιός το καμε παλληκαρκάν των σχίειλιων
να κάτσει μες τον τόπο μου να ρίζει το βασίλειον
πρέπει να του δουλέφκουμεν τζιαί νύχταν τζιαί ημέραν
εγιώ τζιαί η γενέκα μου τζι μιά μου θυγατέρα.
Χάριν του το βασίλειον μου, χάριν του το παιδίν μου χάριν του τζι κορώνα μου που χω στην τζεφαλήν μου.
Θέλω να κτήσεις μίαν εκκλησχιάν του Μέγα Γεωργίου
που έρκεται η μέρα του κοστρείς του Απριλίου.
Αππέσσω κάμε την γρουσίν τζ' αππέξω γρουσταλλένην
τέλεια πουπάνω κάμε την τζιαί μαργαριταρένην.
Άν θέλει τζ' ανεμόμυλον κάμε της τιβάνιν,
τζιαί με τα αμάξια το τζερίν τζιαί με τα σχιά το λάδιν.
Τζιαί που την δεξιάν μου την μερκάν κάμε έναν καβαλλάριν
αρματωμένον με σπαθίν τζια΄με γρουσόν κοντάρι.
Τζιαί τζείνος που το έφκαλεν σαν ποιητής λοάται
τζείνου πρέπει μακάριση τζιαί μέναν το ωσπολλάτε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου